ΕΝΟΤΗΤΑ 1η
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΚΟΣΤΟΣ
Είναι "θεωρίες συνωμοσίας και μύθοι" όπως λέει η ΕΛΕΤΑΕΝ τα παρακάτω;
01 Οι ανεμογεννήτριες είναι λιγότερο αποδοτικές από τους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Δεν έχει νόημα να συγκρίνουμε την απόδοση ανεμογεννητριών με την απόδοση θερμοηλεκτρικών σταθμών.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Η ασυνεχής παραγωγή των έργων εκμετάλλευσης ΑΠΕ ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και η διασπορά τους στο χώρο, μαζί με τα συνοδά έργα (δρόμοι, δίκτυα κ.λπ.), έχουν ως αποτέλεσμα, αφενός, την ανάγκη να συνυπάρχουν με θερμοηλεκτρικούς ή πυρηνικούς σταθμούς και, αφετέρου, το σοβαρό περιβαλλοντικό αποτύπωμα που προκύπτει από τη μεγάλη κλίμακα των εγκαταστάσεων.
Σύμφωνα με την ΕΛΕΤΑΕΝ, επειδή ο άνεμος είναι ανεξάντλητος ενώ τα ορυκτά καύσιμα περιορισμένα, δεν έχει νόημα η συζήτηση για το πόσο αποδοτικές είναι οι ανεμογεννήτριες! Η επιστήμη σηκώνει ψηλά τα χέρια όταν η απόδοση των μηχανών φέρεται να εξαρτάται από την ποσοτική διαθεσιμότητα της πηγής ενέργειας, του ανέμου! Δυστυχώς, όμως, για την ΕΛΕΤΑΕΝ δεν είναι ο άνεμος που παράγει ενέργεια αλλά οι μηχανές που τον εκμεταλλεύονται και την απόδοση αυτών των μηχανών και όχι του ανέμου πρέπει να αναζητήσουμε!
Μιλώντας σοβαρά, καμιά μηχανή, ανεξάρτητα από το ποια πηγή εκμεταλλεύεται, δεν αποδίδει ενέργεια σύμφωνα με την ονομαστική ισχύ της, αλλά πάντα ένα ποσοστό από αυτήν. Για τις ανεμογεννήτριες η ονομαστική ισχύς δηλώνει την ισχύ που μπορεί να δώσει η ανεμογεννήτρια σε ιδανικές συνθήκες συγκεκριμένου τόπου και συγκεκριμένης ταχύτητας ανέμου, κάτι που μπορεί να συμβαίνει λίγες ημέρες το χρόνο, ενώ για τις υπόλοιπες ημέρες η απόδοση περιορίζεται σε ένα κλάσμα αυτής της απόδοσης, που μπορεί να είναι και μηδενικό όταν δεν φυσάει καθόλου.
Σε κάθε περίπτωση, αν τα έργα αιολικής και ηλιακής ενέργειας απέδιδαν σύμφωνα με την ονομαστική ισχύ τους που είναι σήμερα περί τα 7.000 MW, σχεδόν θα κάλυπταν τις ανάγκες της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια και όχι μόνο το 14.8% που εμφανίζει το γράφημα του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ), όπου περιλαμβάνεται και η ενέργεια από εισαγωγές. 2
Ωστόσο πράγματι, δεν έχει νόημα να συγκρίνουμε την απόδοση ανεμογεννητριών με την απόδοση θερμοηλεκτρικών σταθμών επειδή το δίλημμα δεν είναι «ΑΠΕ ή ορυκτά καύσιμα», όπως εξ αρχής θέλει και το θέτει η ΕΛΕΤΑΕΝ. Κι αυτό γιατί σε όλα τα ηλεκτρικά συστήματα, με βάση τις σημερινές τεχνικές δυνατότητες, είναι αναγκαίο να συνυπάρχουν μονάδες ΑΠΕ και μονάδες ορυκτών καυσίμων, μαζί και με μονάδες παραγωγής από πυρηνική ενέργεια.
Μάλιστα, όσο πιο φιλόδοξα είναι τα σενάρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την «ενεργειακή μετάβαση» μέχρι το 2050, τόσο περισσότερο αυξάνεται το ποσοστό συμμετοχής στο ενεργειακό μείγμα εκτός των μονάδων ΑΠΕ και αυτό της πυρηνικής ενέργειας.3
Αυτό που ονομάζεται «ενεργειακή μετάβαση» με «μεταβατικό καύσιμο» το φυσικό αέριο, είναι μια διαδικασία που θα συμβαίνει για δεκαετίες, ενώ η τελική της έκβαση είναι αμφίβολη επειδή πρόκειται για ένα νέο μηχανισμό παραγωγής μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας που οικοδομείται στην πορεία, χωρίς κανείς να γνωρίζει με ακρίβεια το τελικό αποτέλεσμα ούτε και κανείς παίρνει την ευθύνη γι’ αυτό.
«Είναι φυσικό, δεδομένου του μακροπρόθεσμου ορίζοντα, να υπάρχει αβεβαιότητα ως προς τα αποτελέσματα αυτά, κυρίως επειδή βασίζονται σε παραδοχές οι οποίες δεν είναι βέβαιες» έλεγε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωσή της «Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050» το 2011, αναφέροντας μια σειρά από αβεβαιότητες, με χαρακτηριστικά πολιτικά, οικονομικά, τεχνολογικά, γεωπολιτικά και κοινωνικά που δεν έχουν πάψει να ισχύουν.4
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Οι ανεμογεννήτριες είναι από τις φθηνότερες επιλογές για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Δεν υπάρχει και ούτε μπορεί να υπάρξει ηλεκτρικό σύστημα που να αποτελείται μόνο από ανεμογεννήτριες ή και φωτοβολταϊκά. Επομένως το κόστος της ενέργειας μπορεί να αξιολογηθεί μόνο στο σύνολο ενός ηλεκτρικού συστήματος. Και είναι γεγονός ότι το κόστος της ενέργειας με τα σύνθετα συστήματα και την εμπορευματοποίηση της ενέργειας γίνεται όλο και μεγαλύτερο.
Ανεξάρτητα από το ποια είναι η μέση τιμή πώλησης (τιμή αναφοράς) της ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικούς και φωτοβολταϊκούς σταθμούς στους διαγωνισμούς της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και αν έχει μειωθεί σε σχέση με παλαιότερα, η τιμή αυτή αποτελεί μόνο ένα τμήμα του συνολικού κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας που πληρώνουν οι καταναλωτές. Αυτό το κόστος θα πρέπει να αξιολογείται στο σύνολό του και όχι μεμονωμένα καθότι ένα ηλεκτρικό σύστημα σε επίπεδο χώρας λειτουργεί με ένα συνδυασμό μέσων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Και είναι το συνολικό κόστος αυτού του δικτύου, του οποίου τα αιολικά αποτελούν ένα μικρό μέρος, που τελικά καθορίζει την τιμή της κιλοβατώρας που φτάνει στον καταναλωτή.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των αιολικών αλλά και των φωτοβολταϊκών σταθμών είναι η δομική τους αδυναμία να παράγουν σταθερά, αδιάλειπτα και με προβλέψιμο τρόπο επί 24ώρου βάσης. Κι αυτό για να μπορούν οι Διαχειριστές των Δικτύων να εκπληρώνουν την αρχή –που αποτελεί πολιτική επιλογή- να αξιοποιούν την ενέργεια που παράγεται από μονάδες αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών, εξισορροπώντας την με ενέργεια που παράγεται από μονάδες τεχνολογιών που παράγουν αδιάλειπτα, έτσι ώστε να καλύπτεται με ασφάλεια η ζήτηση.
Σήμερα ακόμη και οι ίδιες οι εταιρίες μέλη της ΕΛΕΤΑΕΝ, περιγράφουν αυτά τα χαρακτηριστικά του συστήματος παραγωγής ενέργειας στα συνέδριά τους, αλλά και στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που συντάσσουν αναγνωρίζοντας τόσο την αναγκαιότητα της χρήσης του φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρισμού για τις επόμενες δεκαετίες, όσο και τη σκοπιμότητα έργων με αποθήκευση ενέργειας.
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Η μετάβαση σε ένα πιο καθαρό ενεργειακό σύστημα με πολλή αιολική ενέργεια και γενικά ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όχι μόνο δεν επιβαρύνει τον καταναλωτή αλλά λειτουργεί προς όφελός του.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Η μετάβαση σε ένα νέο ενεργειακό σύστημα περιλαμβάνει –όπως και η ίδια η ΕΛΕΤΑΕΝ παραδέχεται- σταθμούς φυσικού αερίου, μονάδες αποθήκευσης και εθνικές και διεθνείς διασυνδέσεις. Όλα αυτά τα κόστη, οικονομικά και περιβαλλοντικά θα πληρωθούν από την κοινωνία. Η αποσπασματική αποτίμηση του κόστους που γίνεται από την ΕΛΕΤΑΕΝ περιορίζεται μόνο στο κόστος της ενέργειας που παράγεται από αιολικούς σταθμούς και αποσιωπώνται όλα τα εξωτερικά κόστη που σχετίζονται είτε με την κατασκευή των ανεμογεννητριών, είτε με την καταστροφή δασικών οικοσυστημάτων βιοποικιλότητας και τοπίων, την απώλεια παραγωγικών δραστηριοτήτων και υποτίμηση ακίνητης περιουσίας κατά την εγκατάστασή τους.
Στον πρώτο μύθο η ΕΛΕΤΑΕΝ εισάγει μια λαθροχειρία, που επαναφέρει συστηματικά στην επιχειρηματολογία της και σε πολλούς επόμενους «μύθους»: προάγοντας και συντηρώντας το ψεύτικο δίλημμα «ΑΠΕ ή ορυκτά καύσιμα» κατηγοριοποιεί ευθύς εξ αρχής όλους όσους αντιδρούν στη λογική της ως υποστηρικτές των ορυκτών καυσίμων. Αυτό κάνει και τώρα, αλλά παράλληλα υπόσχεται αόριστα, ένα «καλύτερο μέλλον».
Ωστόσο, τα αυξημένα κόστη στα «υπό απόσυρση» καύσιμα δημιουργούνται από ένα πλέγμα κανονιστικών, οικονομικών και φορολογικών μέτρων που σχεδιάζεται από την Ε.Ε. και εξειδικεύεται από τα κράτη – μέλη, ακριβώς για να δρομολογηθεί η «ενεργειακή μετάβαση».
«Η τιμολόγηση των ανθρακούχων εκπομπών μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για την αξιοποίηση αποδοτικών τεχνολογιών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών σε όλη την Ευρώπη.» έλεγε –για παράδειγμα- η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωσή της «Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050». (2011)5
Είναι δεδομένο και αναντίρρητο ότι το κόστος της μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα σε εναλλακτικές πηγές, είναι πολύ υψηλό, γίνεται ακόμη υψηλότερο λόγω της επιβολής υψηλών κερδών των ιδιωτικών εταιρειών -που επιβλήθηκε να εκμεταλλεύονται τις ΑΠΕ κατά προτεραιότητα-και επιβαρύνει τους μικρούς καταναλωτές κυρίως τους οικιακούς. Ακόμα όμως κι αν θεωρηθεί ότι σε ένα μακρινό μέλλον το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι μικρότερο, πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο σε συνθήκες εμπορευματοποίησης της ενέργειας, γενιές ολόκληρες θα έχουν πληρώσει πολύ ακριβά την «ενεργειακή μετάβαση», η οποία γίνεται ακόμα πιο ακριβή ακριβώς λόγω της εμπορευματοποίησής της. Παράλληλα, η καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον θα είναι ανυπολόγιστη και μη αναστρέψιμη.
Συνολικά σήμερα δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη αποτίμηση που να περιλαμβάνει όλα τα πραγματικά κόστη και να αποδεικνύει ότι η αιολική ενέργεια είναι φθηνότερη από άλλες. Όχι μόνο γιατί οι τόποι παραγωγής πρώτων υλών είναι χώρες με υψηλό ποσοστό εκμετάλλευσης, παιδικής εργασίας και χαμηλών μισθών. Όχι μόνο γιατί η παραγωγή της τεχνολογίας αιχμής και των ίδιων των ανεμογεννητριών και των φωτοβολταϊκών γίνεται σε προηγμένες χώρες. Όχι μόνο γιατί τα αιολικά πριμοδοτήθηκαν και ακόμη πριμοδοτούνται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Αλλά και γιατί ενώ τα ορυκτά καύσιμα επιβαρύνονται με φόρο άνθρακα και δικαιώματα ρύπων, τα εξωτερικά κόστη των αιολικών όπως για παράδειγμα η περιβαλλοντική επιβάρυνση των δασικών οικοσυστημάτων, η απώλεια παραγωγικών δραστηριοτήτων ή η υποτίμηση ακίνητης περιουσίας δεν προσμετρώνται πουθενά.
04 Οι ανεμογεννήτριες παράγουν ασταθή ηλεκτρισμό και δεν είναι αξιόπιστες, γεγονός που αυξάνει το κόστος.
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Η αιολική ενέργεια είναι αξιόπιστη τεχνολογία μεταβλητής παραγωγής ενέργειας και δεν αυξάνει το κόστος.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Όπως και αν ονομάσουμε το πραγματικό γεγονός ότι δηλαδή οι αιολικοί σταθμοί δεν μπορούν να εξουσιάσουν τον άνεμο έτσι ώστε να παράγουν σε σταθερή βάση, όπως κι αν επιτευχθεί η «εξισορρόπηση» του συστήματος, με καύση ορυκτών καυσίμων, πυρηνική ενέργεια ή αποθήκευση ενέργειας με συσσωρευτές, το κόστος οικονομικό και περιβαλλοντικό, εσωτερικό και εξωτερικό θα συνεχίσει να αυξάνει.
Η ΕΛΕΤΑΕΝ αναφέρεται σε «τεχνολογία μεταβλητής παραγωγής ενέργειας» καταγγέλλοντας ως λαϊκίστικους άλλους όρους που ωστόσο περιγράφουν το ίδιο χαρακτηριστικό της παραγωγής ενέργειας από τεχνολογίες που δεν παράγουν σε σταθερή βάση και για 24 ώρες το 24ωρο.Ανεξάρτητα όμως από ορθή ή μη ορολογία, το χαρακτηριστικό αυτό της αιολικής αλλά και της ηλιακής ενέργειας αναφέρεται ως πρόβλημα προς αντιμετώπιση σε όλα τα ευρωπαϊκά και εθνικά επίσημα κείμενα. Μάλιστα η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι που οδήγησε στη θεώρηση να συμπεριληφθούν στα ηλεκτρικά συστήματα έργα αποθήκευσης ενέργειας. Η εξέλιξη αυτή, που αποτελεί την πιο επίσημη ομολογία της αδυναμίας της «τεχνολογίας μεταβλητής παραγωγής ενέργειας» να υποκαταστήσει ορυκτά καύσιμα, οδηγεί σε προσθήκη νέων εγκαταστάσεων στα συστήματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, που θα κάνουν ακόμα πιο πολύπλοκη και ακόμα πιο ακριβή τη λειτουργία τους.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Διαχειριστής του Συστήματος (ΑΔΜΗΕ) στη Μελέτη Επάρκειας Ισχύος για την περίοδο 2020 – 2030 6 συμπεραίνει ότι επειδή το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα7 αφ’ ενός υπερδιπλασιάζει τις μονάδες ΑΠΕ και αφ’ ετέρου έχει στόχο την απολιγνιτοποίηση, είναι κρίσιμο -προκειμένου να αποφευχθεί blackout στην ηλεκτροδότηση- να ενταχθούν νέοι (προγραμματιζόμενοι) σταθμοί, θερμικοί συνολικής ισχύος 2.150 MW και υδροηλεκτρικοί 700 MW για να εξισορροπείται η ανισορροπία της παραγωγής των μονάδων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Παράλληλα η μελέτη παίρνει υπ’ όψη της την προσθήκη έργων αποθήκευσης ενέργειας αλλά και τις εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος που θα ενισχυθούν μετά από την αποπεράτωση μιας δεύτερης διασύνδεσης με τη Βουλγαρία.8
Κι όλα αυτά για να εξισορροπηθεί η υπέρμετρη ισχύς αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών που έχει θέσει ως στόχους του το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα και που η Μελέτη Επάρκειας Ισχύος λαμβάνει υποχρεωτικά υπ’ όψη της!
Η τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη που επικαλείται η ΕΛΕΤΑΕΝ δεν μπορούν να εξουσιάσουν τη φύση, μπορούν όμως να τη βλάψουν. Τα μοντέλα πρόβλεψης της ηλεκτροπαραγωγής από αιολικούς σταθμούς μπορούν -στην καλύτερη περίπτωση- να αυξήσουν τη διείσδυση της ενέργειας που παράγεται από αιολικούς σταθμούς, πάντα όμως μέσα στα όρια ασφαλείας που υπαγορεύουν οι τεχνικοί όροι που διέπουν την διαχείριση των δικτύων. Αν δεν ήταν έτσι, δεν θα υπήρχε λόγος να αδειοδοτούνται και να κατασκευάζονται νέοι συμβατικοί σταθμοί αλλά ούτε και να επιστρατεύονται έργα «αποθήκευσης ενέργειας».
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Ούτε η κατασκευή των αιολικών πάρκων επιδοτείται πλέον, ούτε ο καταναλωτής επιδοτεί στην πράξη την τιμή πώλησης της αιολικής ενέργειας.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Όλες οι μονάδες που λειτουργούσαν στις 4 Ιουλίου του 2019 ή έχουν συνάψει συμβάσεις σύνδεσης πριν την ημερομηνία αυτή, θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν προτεραιότητα κατανομής στο σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Εκτός από την βεβαιότητα αυτή, τα έργα ΑΠΕ επιδοτούνται με προνόμια όπως τη χρήση δημόσιων εκτάσεων, ειδική χωροταξική και περιβαλλοντική πολιτική και τα μεγαλύτερα από αυτά με πρόσβαση στα κίνητρα του ν. 4608/2019 για τις «Στρατηγικές Επενδύσεις». Επίσης κάθε μέρα κτίζονται νέοι μηχανισμοί «στήριξης» όπως τα έργα Κοινού Ενδιαφέροντος, τα Ταμεία Ανάκαμψης, «Δίκαιης Μετάβασης» των λιγνιτικών περιοχών και των νησιών κ.α. με προτεραιότητα την υλοποίηση της «Πράσινης Συμφωνίας».
Εξηγήσαμε ήδη ότι η τιμή αποζημίωσης των αιολικών σταθμών αποτελεί μόνο ένα τμήμα του συνολικού κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας που πληρώνουν οι καταναλωτές και που δεν μπορεί παρά να αξιολογεί κανείς στο σύνολό του. Εξηγήσαμε επίσης ότι πάντα προκειμένου να επιβληθεί μια πολιτική δημιουργείται ένα πλέγμα κανονιστικών, οικονομικών και φορολογικών μέτρων για να την υποστηρίξει.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υπολογίσει το κόστος της «Ενεργειακής Μετάβασης» και στην ανακοίνωσή της «Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050». (2011) αναφέρει: «Από την ανάλυση προκύπτει επίσης ότι το κόστος των επενδύσεων στο διασυνδεδεμένο δίκτυο και μόνο συμποσούται σε 1,5 έως 2,2 τρισεκατομμύρια ευρώ από το 2011 έως το 2050 (το μεγαλύτερο ποσό αντιστοιχεί σε μεγαλύτερεςεπενδύσεις για τη στήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας)». 9
Στην περίπτωση όμως των έργων ΑΠΕ, «στήριξη» σημαίνει -εκτός των άλλων- και πολυετή δέσμευση και χρήση δημόσιων εκτάσεων από ιδιωτικές εταιρείες, ειδική χωροταξική πολιτική, χαλάρωση του περιβαλλοντικού ελεγκτικού πλαισίου. Αν δεν υπήρχε όλο αυτό το πλέγμα των έμμεσων και άμεσων επιδοτήσεων, δεν θα υπήρχε η έκρηξη αιτήσεων ΑΠΕ για ισχύ δεκαπλάσια από την σημερινή.
Οι μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας επί σειρά ετών στηρίζονται και με προτεραιότητα κατανομής στο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής. Είναι γεγονός ότι οι μονάδες που ξεκινούν τη λειτουργία τους μετά από την 4η Ιουλίου του 2019 δεν θα έχουν αυτό το προνόμιο, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.10
Όμως όλες οι μονάδες που λειτουργούσαν ήδη κατά την ημερομηνία αυτή θα συνεχίσουν να έχουν αυτό το προνόμιο καθώς επίσης και μονάδες που δεν έχουν καν ξεκινήσει να κατασκευάζονται, αλλά έχουν συνάψει συμβάσεις σύνδεσης πριν την ανωτέρω ημερομηνία.
Αναφέρει επίσης, η ΕΛΕΤΑΕΝ ότι από το 2013 οι αιολικοί σταθμοί δεν επιδοτούνται για την κατασκευή τους από τον αναπτυξιακό νόμο, ούτε από άλλο ευρωπαϊκό ή εθνικό πρόγραμμα. Στην πραγματικότητα, μια σειρά από έργα που χαρακτηρίζονται καινοτόμα και ρητά κάποια άλλα όπως συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου, θαλάσσιοι αιολικοί σταθμοί και πλωτοί φωτοβολταϊκοί, έργα που περιλαμβάνουν ενεργειακές συνδέσεις με υποβρύχια καλώδια, υβριδικά έργα σε Μη Διασυνδεδεμένα νησιά, Ευρωπαϊκά Ενεργειακά Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος κλπ., εντάσσονται στις «Στρατηγικές Επενδύσεις», απολαμβάνοντας τα προνόμια και κίνητρα του ν. 4608/2019. Παράλληλα, έχουν εξασφαλισμένες δανειοδοτήσεις από τις τράπεζες, που επιβάλλονται και πάλι από την ευρωπαϊκή πολιτική για την «πράσινη ανάπτυξη». Επίσης κάθε μέρα κτίζονται νέοι μηχανισμοί «στήριξης» όπως τα έργα Κοινού Ενδιαφέροντος, τα Ταμεία Ανάκαμψης, «Δίκαιης Μετάβασης» των λιγνιτικών περιοχών και των νησιών κ.α. με προτεραιότητα την υλοποίηση της «Πράσινης Συμφωνίας».
06 Το ΕΤΜΕΑΡ είναι επιδότηση που πληρώνουν οι καταναλωτές για τα αιολικά πάρκα.
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Το ΕΤΜΕΑΡ δεν είναι επιδότηση των αιολικών πάρκων
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Υπάρχει Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), που διαχειρίζεται ο Διαχειριστής ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ), για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από σταθμούς ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ. Ο λογαριασμός αυτός τροφοδοτείται από διάφορες χρεώσεις που άμεσα ή έμμεσα επιβαρύνουν τελικά τους καταναλωτές. Μεταξύ αυτών, το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), που μετακυλίεται άμεσα στους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών του ρεύματος. Το ΕΤΜΕΑΡ αποτελεί το βασικό τροφοδότη του ΕΛΑΠΕ (σε ποσοστό 42%, το 2017) και βασικό συντελεστή αύξησης της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος.
Με τον νόμο 2773/1999, για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η ΔΕΗ διασπάστηκε σε επί μέρους αυτόνομα σχήματα- φορείς, που μέχρι τότε αποτελούσαν δικούς της κλάδους. Στη συνέχεια οι φορείς αυτοί αυτονομήθηκαν και προσαρμόστηκαν στις επιταγές της απελευθερωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, υπηρετώντας τις εταιρείες παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Ο μετασχηματισμός της πληρώνεται από τότε και μέχρι σήμερα από την κοινωνία, μέσω των ρυθμιζόμενων χρεώσεων που εμφανίζονται στους λογαριασμούς του ρεύματος όλων των προμηθευτών ενέργειας. Με τον ίδιο νόμο11 δημιουργήθηκε Ειδικός Λογαριασμός, έτσι ώστε ο Διαχειριστής του Συστήματος (σήμερα ΑΔΜΗΕ) και ο Διαχειριστής του Δικτύου (σήμερα ΔΕΔΔΗΕ) να ανακτούν πλήρως τα ποσά που κατέβαλαν για να αποζημιώνουν την παραγωγή ενέργειας από έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Σήμερα διαχειριστής του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) είναι ο Διαχειριστής ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ).12
Σημειώνουμε ότι κατά τον ΔΑΠΕΕΠ «η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από σταθμούς ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ και ενισχύεται από τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ ... χαρακτηρίζεται ως επιδοτούμενη.» 13
Ο ΕΛΑΠΕ τροφοδοτείται, κατά κύριο λόγο, από διάφορες φανερές (ΕΤΜΕΑΡ) ή κρυφές χρεώσεις, που μετακυλίονται στους καταναλωτές άμεσα ή έμμεσα. Χρηματοδοτείται, δηλαδή, από την οικονομική αφαίμαξη μιας κοινωνίας, η οποία ουδέποτε ρωτήθηκε αν είναι σύμφωνη με την κολοσσιαία επέκταση των ενεργειακών δραστηριοτήτων σε κάθε σπιθαμή γης στη χώρα. Το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) αποτελούσε και αποτελεί και σήμερα, τη βασική πηγή τροφοδότησης του Ειδικού αυτού Λογαριασμού, όπως φαίνεται στο σχετικό γράφημα του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ).14
Η αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ, από αρχική τιμή της τάξεως των 0,40€/MWH έφθασε το 2014 στα 23 €/MWH, πριν μειωθεί το 2019 στα 17 €/MWH, ακολουθώντας την αύξηση των εγκατεστημένων μονάδων ΑΠΕ και αποτέλεσε έναν από τους κύριους συντελεστές για τις ανατιμήσεις της ηλεκτρικής ενέργειας από το 2010 μέχρι και το 2014.
Σε συνθήκες τριπλής κρίσης -οικονομικής περιβαλλοντικής και υγειονομικής- το ΥΠΕΝ ανακοίνωσε πακέτο μέτρων 990 εκ. ευρώ για την αντιμετώπιση του ελλείμματος στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ). Οι τελευταίες αυτές εξελίξεις γύρω από τον ΕΛΑΠΕ, σε συνδυασμό και με τη διόγκωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για πάσης φύσεως ενεργειακές επενδύσεις, «πράσινης» ή μη ενέργειας, όχι μόνο δεν επιλύουν, αλλά επιδεινώνουν το δομικό πρόβλημα του ενεργειακού στη χώρα μας: Η κυβέρνηση έχει βάλει στόχο να υπερδιπλασιάσει την ισχύ των έργων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και αυτό θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τις ανάγκες του ΕΛΑΠΕ που τις επιδοτεί. Αν οι επιδοτήσεις δε μειωθούν, αναπόφευκτα, θα προκαλέσουν την αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ, αλλά και άλλων χρεώσεων που επιβαρύνουν άμεσα ή έμμεσα τους καταναλωτές, ενώ θα απορροφήσουν και τους πόρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για τις κοινωνικές ανάγκες (όπως του ταμείου ανάκαμψης).
Έτσι, σε συνθήκες πανδημίας και μολονότι η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μειώνεται λόγω περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας, οι τιμές της ενέργειας παραμένουν υψηλές για τους καταναλωτές, η φτωχοποίηση της κοινωνίας επιτείνεται και η ενεργειακή φτώχεια των πιο ευάλωτων στρωμάτων οξύνεται. Το μόνο που μένει στο απυρόβλητο είναι τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ.15
07 Τα αιολικά πάρκα έχουν υπερβολικά προνόμια που επιβαρύνουν τους καταναλωτές.
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Πλέον έχουν καταργηθεί σχεδόν όλα τα προνόμια που είχαν θεσπιστεί αρχικά για την προώθηση των αιολικών πάρκων.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Η Σύμβαση Διαφορικής Προσαύξησης (Feedin-Premium) «που προστατεύει τα αιολικά πάρκα από τις απότομες διακυμάνσεις της τιμής στο χρηματιστήριο ενέργειας» είναι μια κρατική ενίσχυση, προνόμιο που παρέχεται με έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρά το γεγονός ότι κρατικές ενισχύσεις δεν επιτρέπονται σε κανένα άλλο τομέα της επιχειρηματικότητας. Επιμένει όμως η ΕΛΕΤΑΕΝ να αγνοεί τα μεγάλα προνόμια που παρέχονται από την ευνοϊκή νομοθεσία για τη χρήση της γης, που οδηγεί στην αναδιάρθρωση του παραγωγικού πρότυπου της χώρας, με τεράστιες απώλειες αγροτικής και κτηνοτροφικής γης, συρρίκνωση του ήπιου τουρισμού, βίαιη συσσώρευση ανέργων στα αστικά κέντρα και βλάβες μη αναστρέψιμες στο φυσικό περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα.
Αναφέρει η ΕΛΕΤΑΕΝ ότι το μοναδικό μέτρο στήριξης που ισχύει για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας είναι η Σύμβαση Διαφορικής Προσαύξησης (Feed inPremium) και ότι πρόκειται για μια σύμβαση «που προστατεύει τα αιολικά πάρκα από τις απότομες διακυμάνσεις της τιμής στο χρηματιστήριο ενέργειας» που «διασφαλίζει ότι η αποζημίωσή τους θα έχει μια μικρή μόνο διακύμανση γύρω από μια προσυμφωνημένη τιμή: την τιμή αναφοράς». Και το θεωρεί αυτό μικρό προνόμιο, τονίζοντας ότι από νομικής άποψης ναι μεν αποτελεί κρατική ενίσχυση, όμως παρέχεται ύστερα από έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής! Άραγε, σε ποιόν άλλο τομέα της επιχειρηματικότητας επιτρέπεται τέτοιου είδους προνομιακή μεταχείριση;
Για να υλοποιηθούν αυτά που περιγράφει η ΕΛΕΤΑΕΝ, ψηφίστηκε ο ν.4414/2016 που φέρει τον τίτλο «Νέο καθεστώς στήριξης των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης...», αποσαφηνίζοντας ευθύς εξ αρχής το χαρακτήρα του.
Αυτό όμως που αποτελεί το μεγαλύτερο από τα προνόμια που ισχύει εδώ και είκοσι χρόνια και που με επιμέλεια αποκρύπτει η ΕΛΕΤΑΕΝ, είναι το τεράστιο προνόμιο εξασφάλισης διαθέσιμης γης και χρήσης γης, που ξεκίνησε με το ν. 2941/2001 στα πλαίσια της πρώτης «απλοποίησης των διαδικασιών» για την προώθηση των έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, συνεχίστηκε με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τα έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και εδραιώνεται με την κύρωση των Δασικών Χαρτών, την ίδια στιγμή που μένει σταθερή η εκκρεμότητα προστασίας των τόπων φυσικού και πολιτισμικού ενδιαφέροντος και παραμένουν διαθέσιμα για τους επενδυτές της «πράσινης» ανάπτυξης τα βουνά, τα νησιά, οι αρχαιολογικοί χώροι, το τοπίο.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία υλοποιείται όχι μόνο το νέο ενεργειακό πρότυπο, αλλά και ένα νέο παραγωγικό πρότυπο για τη χώρα, μια νέα ταυτότητα, με τεράστιες απώλειες αγροτικής και κτηνοτροφικής γης, συρρίκνωση του ήπιου τουρισμού, βίαιη συσσώρευση ανέργων στα αστικά κέντρα και βλάβες μη αναστρέψιμες στο φυσικό περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα.
08 Τα ορυκτά καύσιμα είναι πιο φθηνά από την αιολική ενέργεια και δεν επιδοτούνται.
ΘΕΣΗ ΕΛΕΤΑΕΝ
Λάθος. Τα ορυκτά καύσιμα φαίνονται μερικές φορές πιο φθηνά ακριβώς επειδή επιδοτούνται.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ
Ως «Ελληνικές επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα» νοούνται από την ΕΛΕΤΑΕΝ όλα τα κόστη της «ενεργειακής μετάβασης», έστω και αν όλες οι υποτιθέμενες επιδοτήσεις έχουν ψηφιστεί με νόμους, με την εποπτεία της ευρωπαϊκής ένωσης και σε κάποιες περιπτώσεις με χρηματοδοτήσεις από την ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα! Η ΕΛΕΤΑΕΝ παραπλανά την κοινωνία υπονοώντας ότι σκοτεινές δυνάμεις εμποδίζουν να υπάρχει ένα σύστημα που θα μπορούσε να λειτουργήσει εδώ και τώρα αμιγώς με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας!
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπήρχε ανέκαθεν για την ηλεκτρική ενέργεια –ανεξάρτητα από τις πηγές της- ένα ρυθμιστικό πλαίσιο στα πλαίσια της κοινωνικής της πολιτικής. Ακόμα και με την εφαρμογή της πολιτικής της απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, υπήρχε και υπάρχει μια ρητορική περί «κοινωνικού αγαθού» που υποτίθεται ότι πρέπει να εξασφαλίζεται στους πιο αδύναμους. Εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια, ασκείται μια πολιτική στήριξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, κάτι που πάντα γίνεται όταν επιλέγεται πολιτικά να στηριχθεί μια νέα αγορά.
Αναρωτηθήκαμε λοιπόν ποιες είναι αυτές οι επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα που επικαλείται η ΕΛΕΤΑΕΝ και αναζητήσαμε τις πηγές στις οποίες η ίδια παραπέμπει. Πρόκειται για μια αμιγώς οικονομική ανάλυση της WWF (2018) με τίτλο «Ελληνικές επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα».16 Και λέμε «αμιγώς» γιατί στο θέμα που πραγματεύεται δεν λαμβάνεται υπ’ όψη το τεχνικό αντικείμενο, κάτι απόλυτα απαραίτητο προκειμένου να μπορούν να βγουν συμπεράσματα.
Εν ολίγοις οι φερόμενες ως επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα είτε αφορούν στο πετρέλαιο που καταναλώνουν οι μονάδες στα μη διασυνδεδεμένα νησιά και που πληρώνεται μέσα από το μηχανισμό των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) από τους καταναλωτές, είτε αφορούν στους μηχανισμούς που εμπνεύστηκαν και υλοποίησαν οι διάφορες κυβερνήσεις σε συνεργασία με τους φορείς που διαχειρίζονται τα ενεργειακά θέματα όπως ΑΔΜΗΕ, ΡΑΕ κλπ. σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για να αποζημιώνουν τις συμβατικές μονάδες που μετέχουν στον προγραμματισμό για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, προκειμένου να εξασφαλίσουν όχι οικονομική αλλά τεχνική εξισορρόπηση του ηλεκτρικού συστήματος. Κι αυτό γινόταν και γίνεται, όπως ήδη αναφέραμε, επειδή χρειαζόταν και χρειάζονται πολύπλοκοι χειρισμοί προκειμένου το σύστημα να δέχεται κατά προτεραιότητα την ενέργεια που παράγεται από έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, αλλά παράλληλα να εξασφαλίζει ανά πάσα στιγμή την ευστάθεια και επάρκειά του στους καταναλωτές ενέργειας.
Αναρωτιέται κανείς πόσο χρήσιμο μπορεί να είναι για την κοινωνία που προσπαθεί να καταλάβει την απίστευτη πολυπλοκότητα των ενεργειακών συστημάτων, που γίνονται ακόμα πιο πολύπλοκα λόγω της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, όταν διαβάζοντας αυτή την «ανάλυση» συμπεραίνει ότι σκοτεινές δυνάμεις εμποδίζουν να υπάρχει ένα σύστημα που θα μπορούσε να λειτουργήσει εδώ και τώρα αμιγώς με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας! Την ίδια στιγμή που στο ίδιο κείμενο αναφέρεται ότι όλες οι υποτιθέμενες επιδοτήσεις έχουν ψηφιστεί με νόμους, με την εποπτεία της ευρωπαϊκής ένωσης και σε κάποιες περιπτώσεις με χρηματοδοτήσεις από την ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα!
Σε ένα πράγμα θα συμφωνήσουμε με την παραπάνω «οικονομική ανάλυση» κι αυτό είναι ότι το τελικό κόστος το πληρώνει η κοινωνία. Είναι όμως ένα κόστος που, ανεξάρτητα από το αν θα μπορούσε να είναι μικρότερο, διαφανέστερο ή με λιγότερες στρεβλώσεις, δημιουργείται από το μετασχηματισμό των ενεργειακών συστημάτων, είναι αυξημένο λόγω της απελευθέρωσης αγοράς ενέργειας και συνδέεται απόλυτα με την εισαγωγή των έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στα ηλεκτρικά συστήματα, αλλά και την εισαγωγή του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή.
Αυτός είναι και ο λόγος που όπως ήδη αναφέραμε – σχολιάζοντας το «Μύθο 5»- στην ανακοίνωση της «Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050», η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπολόγιζε ένα κόστος επενδύσεων 1,5 έως 2,2 τρις. ευρώ έως το 2050 από τα οποία το μεγαλύτερο ποσό αντιστοιχεί σε επενδύσεις για τη στήριξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Αυτό όμως είναι εν τέλει που θέλει να αποκρύψει από την κοινωνία η ΕΛΕΤΑΕΝ.
https://drive.google.com/file/d/11IiKDxmaOws3Lb_aV6Z7xA05thYC1bih/view